αγιοβότανο

αγιοβότανο
το
το φυτό αψίνθιο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • βερβένα — (verbena). Γένος φυτών της οικογένειας των βερβενιδών, το οποίο περιλαμβάνει μονοετείς ή πολυετείς πόες και φρύγανα. Πρόκειται για περίπου 100 είδη, ιθαγενή της τροπικής και υποτροπικής Αμερικής. Έχουν φύλλα αντίθετα, οδοντωτά και μικρά άνθη σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”